Εν μέσω της οικονομικής κρίσης η Ελλάδα χάνει τα καλύτερά της μυαλά. Από όσους Ελληνες πτυχιούχους μετανάστευσαν στο εξωτερικό τα τελευταία 25 χρόνια, οι τρεις στους τέσσερις έφυγαν την τελευταία εξαετία.
Το μέγεθος της απώλειας, του πλήγματος για την Ελλάδα, καταδεικνύεται και από ένα ακόμη στοιχείο: οι περισσότεροι μεταναστεύουν με πρόθεση να εγκατασταθούν μόνιμα στο εξωτερικό αναζητώντας εκεί δουλειά.
Ωστόσο, ο δρόμος δεν είναι εύκολος. Δεν είναι λίγοι όσοι παραμένουν αρκετό χρονικό διάστημα άνεργοι στην ξένη χώρα και τους συντηρούν οι γονείς τους από την Ελλάδα. Την ίδια στιγμή, τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της τρέχουσας μετανάστευσης είναι τελείως διαφορετικά από το μεγάλο μεταναστευτικό κύμα εξόδου που βίωσε η Ελλάδα τις δύο πρώτες δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ειδικότερα, σύμφωνα με μελέτη του Πανεπιστημίου Μακεδονίας υπό την επιστημονική επίβλεψη του Λόη Λαμπριανίδη, καθηγητή και νυν γενικού γραμματέα Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων, προκύπτουν τα ακόλουθα:
• Από τους 185.388 Ελληνες πτυχιούχους που αποχώρησαν από τη χώρα μας από το 1990 έως σήμερα, οι 139.041 έφυγαν από το 2010 και μετά.
• Τα ακαδημαϊκά χαρακτηριστικά των Ελλήνων μεταναστών έχουν αλλάξει δραματικά τις τελευταίες πέντε δεκαετίες. Παρόλο που έως και τα τέλη της δεκαετίας του ’80, οι περισσότεροι διέθεταν μόνο απολυτήριο γυμνασίου, τη δεκαετία του ’90 η πλειονότητα ήταν απόφοιτοι λυκείου και από τις αρχές της δεκαετίας του 2000 έως και σήμερα επέρχεται η πλήρης ανατροπή: Σχεδόν το 75% εκείνων που αποφάσισαν να αναζητήσουν ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό είναι τουλάχιστον απόφοιτοι πανεπιστημίου ή ΤΕΙ. Το 20% είναι απόφοιτοι λυκείου ή τεχνικής μη πανεπιστημιακής εκπαίδευσης και περίπου το 5% απόφοιτοι γυμνασίου.
• Μετά τη δεκαετία του 2000 από την Ελλάδα φεύγουν άτομα από μεσαία και πάνω οικονομικά στρώματα. Η τάση αυτή διατηρήθηκε κατά την πρώτη περίοδο της κρίσης. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η μελέτη, την περίοδο 2010-2015 οι Ελληνες που ανήκαν σε υψηλά οικονομικά στρώματα αποτελούσαν το 9% του συνόλου όσων μετανάστευσαν, παρότι τα νοικοκυριά αυτά ήταν μόλις το 2% του δείγματος της μελέτης, η οποία χρηματοδοτήθηκε από το London School of Economics. Η μετανάστευση είναι μία ακριβή διαδικασία, και γι’ αυτό είναι και πιο εύκολη για όσους διαθέτουν πόρους. Ωστόσο, η δραστική συρρίκνωση των εισοδημάτων και η αυξανόμενη ανεργία των τελευταίων ετών οδήγησαν σε μεγάλη αύξηση του ποσοστού μετανάστευσης ατόμων από χαμηλά εισοδήματα. Οι Ελληνες αυτοί αποτελούν το 28% της μεταναστευτικής ροής μετά το 2010.
• Παρότι οι άνεργοι αποτελούσαν πολύ μικρό ποσοστό όσων μετανάστευσαν πριν ξεσπάσει η οικονομική κρίση, πλέον σχεδόν 50% των Ελλήνων που μετανάστευσαν από το 2010 και μετά ήταν άνεργοι.
• Η πλειοψηφία των Ελλήνων μεταναστών βρίσκουν δουλειά στο εξωτερικό σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα. Το 81% από αυτούς τα καταφέρνουν μέσα στους πρώτους έξι μήνες. Βέβαια, ο δρόμος για ένα καλύτερο μέλλον στο εξωτερικό δεν είναι πάντα εύκολος. Ετσι, ο ένας στους πέντε, αφού παρέμεινε άνεργος για μεγάλο χρονικό διάστημα, είτε επέστρεψε στην Ελλάδα ή ακόμη το παλεύει. Αυτό το χρονικό διάστημα οι Ελληνες μετανάστες ζούσαν με τη βοήθεια της οικογένειας από την Ελλάδα.
• Σε ποσοστό 72% οι Ελληνες μετανάστες βρήκαν δουλειά σύμφωνα με τις σπουδές τους και την ειδικότητά τους, ενώ το 21% ετεροαπασχολείται ακόμη και σε δουλειές κατώτερες του μορφωτικού του επιπέδου.
• Ενώ τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες το μεγάλο κύμα Ελλήνων μεταναστών κατευθύνθηκε προς Γερμανία, Αυστραλία και ΗΠΑ, «οι μετανάστες της σημερινής εποχής πάνε παντού», όπως λέει η μελέτη: Μέση Ανατολή, Ασία, Αμερική. Τα πρωτεία ως χώρες προορισμού, πάντως, έχουν οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
• Εως και το 2009 οι περισσότεροι μετανάστες ήταν νέοι, κάτω των 30 ετών, και χωρίς δεσμεύσεις (π.χ. οικογένεια) και άρα τους είναι πολύ πιο εύκολο να αλλάξουν χώρα. Το αποκορύφωμα ήταν τη δεκαετία του ’70, όταν το σχετικό ποσοστό έφθασε στο 95%. Από το 2000 και μετά, αυξάνεται το ποσοστό όσων είναι πάνω από 30 ετών και αναγκάζονται να ξενιτευτούν παρά τις όποιες υποχρεώσεις τους στην Ελλάδα. Την περίοδο 2010-2015, το 54% όσων μετανάστευσαν ήταν κάτω από 30 ετών και το 46% πάνω από 30 ετών. Στοιχείο που υποδηλώνει μία φυγή ως λύση στο αδιέξοδο που βιώνουν πλέον πολλοί Ελληνες στη χώρα μας.
Μόνο η αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης θα σταματήσει τη φυγή
Το ελληνικό κράτος δίνει 95.000 ευρώ για τις σπουδές ενός φοιτητή στην Ιατρική Αθηνών. Πρόκειται για το ακριβότερο πτυχίο στα ελληνικά πανεπιστήμια. Επίσης, το κόστος ενός πτυχίου από το ΕΜΠ ξεπερνά τις 50.000 ευρώ. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, την πενταετία 2010-2015 εκτινάχθηκε –σε σχέση με την περίοδο 1960-2009– το ποσοστό των πτυχιούχων Ιατρικής, Πολυτεχνείου και άλλων ακριβών σχολών, μεταξύ όσων παίρνουν τον δρόμο της ξενιτιάς, ενώ η Ελλάδα έχει επενδύσει στις σπουδές τους.
Παρ’ όλα αυτά, το ποσοστό των πτυχιούχων επί του συνόλου των απασχολουμένων στην Ελλάδα είναι μικρό, 13,7%, καταδεικνύοντας ότι στην Ελλάδα υπάρχει κρίση του προτύπου ανάπτυξης της χώρας. «H Ελλάδα είναι αδύνατον να ανταγωνιστεί τόσο τις χώρες χαμηλού κόστους (race to the bottom) όσο και τις χώρες με υψηλή τεχνολογία. Ετσι, υπάρχουν υψηλά ποσοστά ανεργίας, υποαπασχόλησης, ετεροαπασχόλησης, κ.λπ. των εξειδικευμένων ατόμων (και όχι μόνο), ιδίως των επιστημόνων οι οποίοι και εγκαταλείπουν τη χώρα (brain drain)», παρατηρεί μιλώντας στην «Κ» ο γενικός γραμματέας Στρατηγικών και Ιδιωτικών Επενδύσεων, Λόης Λαμπριανίδης. «Το παραγωγικό μοντέλο της χώρας έφτασε στα όριά του», προσθέτει. Σημαντικό μερίδιο ευθύνης για τη σημερινή κατάσταση πρέπει να αποδοθεί σε διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της οικονομίας μας, όπως το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων, η άρνηση συνεργασίας μεταξύ των επιχειρήσεων, η χαμηλή καινοτομικότητα, η χαμηλή προστιθέμενη αξία και η χαμηλή εξωστρέφεια.
«Χρειάζονται γενναία βήματα με τολμηρές αποφάσεις, που θα επιτρέψουν στη χώρα να μετακινηθεί στην αλυσίδα παραγωγής της αξίας, να παράγει πιο σύνθετα προϊόντα και υπηρεσίες και να εξασφαλίσει καλύτερη θέση στον Διεθνή Καταμερισμό Εργασίας. Αυτή την περίοδο λοιπόν συντάσσεται η αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας (Growth strategy), η οποία και θα ολοκληρωθεί μέχρι τον Ιούνιο, που θα αποτυπώνει την υπάρχουσα κατάσταση και κυρίως θα διατυπώνει την αναπτυξιακή στρατηγική για τη διέξοδο από την κρίση», αναφέρει ο κ. Λαμπριανίδης.
Ο αναπτυξιακός νόμος είναι ένα από τα εργαλεία για την επίτευξη μιας νέας στρατηγικής, «δεν μπορεί από μόνος του λόγω του μεγέθους του (ύψος επενδύσεων και κυρίως αριθμός θέσεων εργασίας) να αλλάξει τη μοίρα της χώρας. Μπορεί ωστόσο να δώσει ένα σαφές στίγμα για την κατεύθυνση στην οποία θέλουμε και πρέπει να κινηθούμε», λέει ο κ. Λαμπριανίδης.
Για τον νέο αναπτυξιακό νόμο, ο ίδιος αναφέρει ότι «έπρεπε να απαντήσει σε ένα κεντρικό δίλημμα: Να συνεχίσει τη λογική των παλαιών αναπτυξιακών “ενισχύουμε τις υπάρχουσες τάσεις”, ή να προχωρήσει σε πολιτικές με στόχο την αναδιάρθρωση της οικονομίας όχι απλά με σκοπό την έξοδο από την κρίση αλλά τη σκιαγράφηση ενός βιώσιμου ανταγωνιστικού και δίκαιου μοντέλου ανάπτυξης. Αναμφίβολα επιλέχθηκε η δεύτερη επιλογή, σε πλήρη εναρμόνιση και με την αναπτυξιακή στρατηγική της χώρας. Η Ελλάδα πρέπει να απομακρυνθεί από τη στήριξη των παραδοσιακών κλάδων, έντασης εργασίας και χαμηλής καινοτομίας.
Πρέπει να υπάρξουν διαρθρωτικές αλλαγές που θα βάλουν τη χώρα σε άλλη πορεία ανάπτυξης και θα τη μετακινήσουν στην αλυσίδα παραγωγής της αξίας. Αυτό ακριβώς επιχειρεί ο νέος αναπτυξιακός νόμος, δίνοντας έμφαση στην καινοτομία, την εξωστρέφεια, κ.λπ. που μεσομακροπρόθεσμα θα βοηθήσουν τη χώρα να βρει έναν πολύ καλύτερο ρόλο στον Διεθνή Καταμερισμό Εργασίας, κάτι που, μεταξύ των άλλων, θα περιορίσει και σταδιακά θα εξαλείψει τη “διαρροή εγκεφάλων”».
Εφυγαν 454.177
Την τετραετία 2010-2013 μετανάστευσαν από την Ελλάδα 454.177 άτομα. Από αυτούς, οι 223.885 ήταν Ελληνες και οι υπόλοιποι 230.232 άτομα που δεν είχαν την ελληνική υπηκοότητα και μάλλον είχαν έλθει προ ετών μετανάστες στην Ελλάδα. Μάλιστα, οι ξένοι άνοιξαν πρώτοι τον δρόμο της μετανάστευσης. Το 2010 από τα 119.985 άτομα που μετανάστευσαν, οι 43.322 ήταν Ελληνες και οι 76.663 ξένοι. Οι περισσότεροι εξ αυτών ήταν από την Αλβανία.
Λιγότερα εμβάσματα
Τη δεκαετία του ’60, το 67% των Ελλήνων που μετανάστευσε, δούλευε σκληρά και έστελνε εμβάσματα στην πατρίδα για να βοηθήσει την οικογένειά του. Το ποσοστό άρχισε να περιορίζεται μετά το 1970, και σήμερα μόλις το 18% των Ελλήνων στέλνει εμβάσματα στην Ελλάδα. Οι υπόλοιποι δεν το κάνουν, όχι γιατί δεν δουλεύουν σκληρά ή δεν θέλουν, αλλά διότι τα χρήματα που κερδίζουν δεν φτάνουν για να ζήσουν στην ξένη χώρα.
Υψηλή μόρφωση
Γιατροί, μηχανικοί, οικονομολόγοι, νομικοί, θετικών επιστημών κ.ά. στην πλειονότητα νέοι, βρίσκονται στο εξωτερικό, είτε έχοντας εδραιωθεί επαγγελματικά είτε αναζητώντας μία καλή θέση εργασίας. Το 73% από αυτούς έχει μεταπτυχιακό τίτλο, το 51,2% διδακτορικό, το 41% έχει σπουδάσει σε πολύ καλό πανεπιστήμιο. Ακόμη άλλοι περίπου 30.000 Ελληνες σπουδάζουν σε πανεπιστήμια του εξωτερικού.
kathimerini.gr ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΛΑΚΑΣΑΣ