Κατάργηση των διδάκτρων για όλα τα μεταπτυχιακά προγράμματα πλην εκείνων που απευθύνονται σε επαγγελματίες, χρηματοδότησή τους από δωρεές και χορηγίες αλλά κατ’ εξαίρεση τέλος εγγραφής, χορήγηση υποτροφιών και αύξηση του πλαφόν των απολαβών των διδασκόντων, προβλέπει το τελικό σχέδιο του υπουργείου Παιδείας.
Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της «Κ», η αναπληρώτρια υπουργός Παιδείας, αρμόδια για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, Σία Αναγνωστοπούλου, επεξεργάζεται την τελική πρότασή της, η οποία θα αποτελεί τη χρυσή τομή ανάμεσα στο αρχικό σχέδιο νόμου του υπουργείου για τα μεταπτυχιακά προγράμματα και στις ενστάσεις που διατύπωσαν επ’ αυτού η Σύνοδος Πρυτάνεων και η πανεπιστημιακή κοινότητα. Η τελική πρόταση αναμένεται να παρουσιασθεί μέσα στην εβδομάδα, ώστε το σχέδιο νόμου να οδεύσει στη Βουλή. Βεβαίως, στόχος του υπουργείου είναι να υπάρξει διεύρυνση του αριθμού των προγραμμάτων –«πάντα μετά από αξιολόγηση», όπως λέγεται–, αλλά και των προσφερόμενων θέσεων λόγω της μεγάλης ζήτησης που υπάρχει από νέους.
Ειδικότερα, ο σχεδιασμός του υπουργείου συμπυκνώνεται στον εξής στόχο: την κατάργηση των διδάκτρων σε συνδυασμό με τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και της ποιότητάς τους. «Τα μεταπτυχιακά προγράμματα δεν ρυθμίζονται από την αγορά, είναι ακαδημαϊκοί τίτλοι και ό,τι έχει να κάνει με την ακαδημαϊκότητα είναι δωρεάν», ανέφερε στην «Κ» υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Παιδείας. Ωστόσο δεν θα συμβαίνει το ίδιο με τα μεταπτυχιακά που απευθύνονται σε επαγγελματίες, δηλαδή είναι επαγγελματικής εξειδίκευσης. Σε αυτά θα υπάρχουν δίδακτρα. Αλλωστε, όπως αναφέρει το ίδιο στέλεχος, «τα μεταπτυχιακά που έως τώρα έχουν υψηλά δίδακτρα κάνουν επαγγελματική εξειδίκευση». Βεβαίως, κατ’ εξαίρεση θα υπάρχει τέλος εγγραφής. Ετσι, όπως ανέφερε στην «Κ» μέλος της Συνόδου Πρυτάνεων, «το τέλος εγγραφής σε συνδυασμό με μία πιθανή διεύρυνση του αριθμού των προσφερόμενων θέσεων θα περιορίσει τις απώλειες που θα έχει το ίδρυμα από την κατάργηση των διδάκτρων». Σύμφωνα με το άρθρο 8 του νόμου 3685/2008, από τα έσοδα που έχουν τα ΑΕΙ από τα δίδακτρα, το 25% δίνεται για κάλυψη λειτουργικών εξόδων των ιδρυμάτων, το 10% είναι παρακράτηση των ΕΛΚΕ, ενώ το υπόλοιπο 65% καλύπτει λειτουργικά έξοδα του προγράμματος, στα οποία περιλαμβάνονται και αμοιβές προσωπικού. Πιο συγκεκριμένα, το σχέδιο του υπουργείου Παιδείας προβλέπει τα ακόλουθα:
1.Τα προγράμματα αναμένεται να διακριθούν σε δύο κατηγορίες: α) Τα ερευνητικά μεταπτυχιακά, τα οποία θα μπορούν να οδηγήσουν σε διδακτορικό και θα είναι δωρεάν, και β) τα επαγγελματικής εξειδίκευσης, στα οποία θα υπάρχουν δίδακτρα αλλά με πλαφόν.
2. Η χρηματοδότηση των μεταπτυχιακών προγραμμάτων θα προέρχεται: α) από τον προϋπολογισμό του ΑΕΙ, β) από το υπουργείο Παιδείας γ) από δωρεές, παροχές, κληροδοτήματα, χορηγίες φορέων του δημοσίου ή ιδιωτικού τομέα, από πόρους από ερευνητικά προγράμματα, ευρωπαϊκούς πόρους και δ) από μέρος των οφειλών των υπόχρεων των ΕΛΚΕ των ΑΕΙ, έπειτα από απόφαση της Συγκλήτου.
3. Εάν δεν είναι δυνατόν, και κατ’ εξαίρεση, να καλυφθούν τα λειτουργικά έξοδα εξ ολοκλήρου από τις παραπάνω πηγές χρηματοδότησης, τότε μπορεί να προβλεφθεί τέλος εγγραφής. Το ποσό υπολογίζεται ότι δεν θα ξεπερνά το τριπλάσιο του εκάστοτε νομοθετικά οριζόμενου κατώτατου ακαθάριστου μηνιαίου μισθού (περί τα 1.750 ευρώ) και θα υπάρχουν και κριτήρια για τη μείωσή του με βάση την οικονομική κατάσταση της οικογένειας κάθε φοιτητή.
4. Ως προς τις αμοιβές των καθηγητών που θα διδάξουν στα μεταπτυχιακά, ο αρχικός σχεδιασμός, που προκαλεί αντιδράσεις από τους πανεπιστημιακούς, προέβλεπε ότι οι αμοιβές κάθε πανεπιστημιακού από ένα μεταπτυχιακό δεν θα μπορεί να ξεπερνούν το 20% των ακαθάριστων αποδοχών της βαθμίδας του και υπό την προϋπόθεση ότι ο διδάσκων έχει συμπληρώσει τις εκ του νόμου προβλεπόμενες διδακτικές του υποχρεώσεις, στις οποίες εμπίπτει μία τουλάχιστον εβδομαδιαία διδασκαλία σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα. Με τον ισχύοντα νόμο του 2008, το ύψος των επιπλέον απολαβών των πανεπιστημιακών δεν πρέπει να ξεπερνά τον μισθό τους. Η τελική πρόταση του υπουργείου Παιδείας φέρεται να συγκλίνει με τις θέσεις της πανεπιστημιακής κοινότητας, καθώς η αμοιβή του πανεπιστημιακού που θα διδάσκει στο μεταπτυχιακό θα αποτιμάται όσο το εκτιμώμενο ωρομίσθιό του (ένας πανεπιστημιακός οφείλει να προσφέρει έργο 20 ώρες την εβδομάδα, άρα 80 ώρες τον μήνα) και με βάση τις ώρες θα προκύπτει η τελική, επιπλέον αμοιβή, που και πάλι θα μπορεί να είναι όσο ένας μισθός.
Η πρόταση των πρυτάνεων
Σε κείμενο τριών σελίδων συμπυκνώθηκε η πρόταση της συνόδου πρυτάνεων για τα μεταπτυχιακά. Οι πρυτάνεις πρότειναν τα προγράμματα να εγκρίνονται από τη Σύγκλητο, η ΑΔΙΠ (αρχή αξιολόγησης) να έχει δικαίωμα βέτο στα μεταπτυχιακά με δίδακτρα πάνω από 4.000 ευρώ και η αμοιβή των διδασκόντων ανά ώρα στο μεταπτυχιακό να υπολογίζεται όπως το εκτιμώμενο ωρομίσθιό τους. Η σύνοδος σύστησε τριμελή επιτροπή, αποτελούμενη από τους πρυτάνεις Ευάγγελο Γιακουμάκη (Οικονομικό Αθηνών), Οδυσσέα Ζώρα (Παν. Κρήτης) και Γεώργιο Πετράκο (Παν. Θεσσαλίας) οι οποίοι συναντήθηκαν μέσα στην εβδομάδα με την κ. Αναγνωστοπούλου για τις τελικές διαπραγματεύσεις.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή υπάρχει γκρίνια από τα ΤΕΙ γιατί δεν μετέχουν στον σχετικό διάλογο και εκπρόσωποί τους. Από την πλευρά της, η κ. Αναγνωστοπούλου στέλνει μήνυμα περί διακριτών ρόλων πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Χαρακτηριστικά, μετά την απονομή του τίτλου του επίτιμου διδάκτορα στον πρόεδρο του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιά Βασίλη Κορκίδη από το ΤΕΙ Πειραιά, η υπουργός εξέδωσε ανακοίνωση όπου λέει ότι «τα ΤΕΙ είναι θεσμικά και ακαδημαϊκά Ανώτατα Ιδρύματα, ωστόσο κατά τον νόμο τα ΤΕΙ δεν έχουν δικαίωμα απονομής διδακτορικών τίτλων. Ως εκ τούτου, δεν μπορούν να απονέμουν τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα». Η δυνατότητα χορήγησης διδακτορικών τίτλων διακρίνει τα πανεπιστήμια (που την έχουν) από τα ΤΕΙ που την ζητούν, αφού αποτελεί ουσιαστικό δείγμα της αναβάθμισής τους.